Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Στη μνήμη της Ανδρονίκης Νιώτη

Οι μαντινάδες μεταφέρθησαν από την παλιά ιστοσελίδα www.kastelliana.gr

1. 16/9/2012
ΕΛΕΝΗ ΝΙΩΤΗ για τη μάνα της,  ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ

Ο χάρος βγήκε παγανιά μέσα στη γειτονιά μου
και ήρθενε και επήρενε τη μάνα τη δικιά μου.

Ποιός ξέρει ίντα τσι είπενε μέσα στην μοναξιά της
και εσηβασε την ξαφνικά να κάνει την στραθιά της.

Ψέματα μάνα σου είπενε για να σε καλοπιάσει
γύρνα προτού τσι μαύρης γης η πλάκα σε σκεπάσει.

Συγνώμη που δεν μπόρεσα τσι πόνους να σου πάρω
δειλή ΄μαι και εφοβήθηκα μπροστά να μπω στον χάρο.

Οταν σ΄αποχαιρέτησα σου είπα να προσέχεις
αλλά δεν ήξερα στο νου τα σχέδια που έχεις.

'Εξι κοπέλια έκανες καλά κατένε όλοι
μα εδιάλεξες και επόθανες στα χέρια του Μανώλη.

Ίντα ταξίδι κίνησες απού δεν έχεις πόδια
που σου τα καταλύσανε οι δέτες και τ'αόρια.

Έσβησε ο φάρος που έφεγγε στης Κρήτης το ακρωτήρι
και δεν επόμεινε κανείς να μου κρατά χατήρι.

Έσβησε ο φάρος που άναβε στην Κρήτη και έφεγγε μου
και δεν θα ξανανάψει φως μπλιο στην ζωή ποτέ μου.

Στο σπίτι μου το πατρικό πέσανε τα θεμέλια
αυτό που εμεγάλωσε ένα σωρό κοπέλια.

Το σπίτι μου το πατρικό έκλεισε μια για πάντα
και δεν επόμεινε κανείς να κάνει τα κουμάντα.

Κλείνει γιά πάντα σήμερα το πατρικό μου σπίτι
και μόνο μία αδελφή μου έμεινε στην Κρήτη.

Μάνα μου την αγάπη σου και που να τηνε χώσω
που σαν και σένα άλλος κανείς δεν μ'αγαπάει τόσο.

Είχαμε αγάπη εμείς οι δυό ο κόσμος να γεμίσει
μα ο χάρος την εζήλεψε και ήρθε να την γκρεμίσει.

Ώστε να ζω θα σ'αγαπω και θάσαι στην καρδιά μου
και σαν πεθάνω η αγάπη αυτή θα μείνει στα παιδιά μου.

Ώστε να ζω θα σ'αγαπώ υπόσχεση σου δίνω
μα πες και στον Πατέρα μου πως αγαπώ και εκείνο.

Δώσε μου ένα τηλέφωνο νέα σου να μαθαίνω
για δεν θα ξανακούσω μπλιό Ελένη μου πεθαίνω.

Όνειρο γίνε να έρχεσαι τα μάτια μου σαν κλείνω
και ότι σου λείπει ζήτα μου και εγώ θα σου τα δίνω.

Σήκω και αποχαιρέτησε το σπιτικό σου μάνα
γιατί γροικώ και εσήμανε του μισεμού καμπάνα.

Η μάνα είναι μόνο μιά μα και ο πατέρας ένας
και ο πόνος είναι αβάσταχτος άμα δεν ζει κανένας.

Μάνα μου φεύγεις μα κατές που είμαι και που μένω
και μην αργήσεις να φανείς γιατί σε περιμένω.

Δεν ξέρω αν ήρθε άλλος κανείς από τον άδη απάνω
να πω θα ΄ρθείς καμμιά φορά υπομονή να κάνω.

Καλό ταξίδι μάνα μου εκεί που πας στα ξένα
και μάθε υπερήφανη πως ήμουνα για σένα.

Καλό ταξίδι μάνα μου και πάντοτε μπουνάτσα
μα στη ζωή σου επέρασες αμέτρητα στραπάτσα.

Μακρύ ταξίδι εκίνησες μα όλοι κατένε ότι
φεύγεις και κλείνει σήμερα το φτωχικό του Νιώτη.

Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που έμελλε να ζήσω
όσους παρευρεθήκανε θέλω να ευχαριστήσω.

Από τα βάθη τσι καρδιάς ευχαριστώ και μόνο
που συμπαρασταθήκατε στον εδικό μας πόνο.

Μα δεν μπορώ να μην σταθώ σε δύο παρουσίες
που είναι για μένα στη ζωή δυό σταθερές αξίες.

Αυτές τις δύσκολες στιγμες στου χωρισμού το αντίο
μέσα στα βάθη της καρδιάς εμπήκατε και οι δύο.

Ευχαριστώ από καρδιάς Αντώνη Αντωνάκη
και άλλο ένα ευχαριστώ στη θεία το Ρινάκη.

Τη μάνα αποχαιρέτησα στο νεκρικό σεντόνι
μα έχω στα Καστελλιανά τον θείο τον Αντώνη.

Από τα φύλλα της καρδιάς τα λόγια μου βγαλμένα
στο θάνατο της μάνας μου όλα αφιερωμένα.

Κλείνω το παραλλήρημα της σκέψης και του νου μου
η μάνα εγίνηκε αστέρι του ουρανού μου.

Καλό ταξίδι μάνα μου ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΞΕΧΆΣΩ ΠΟΤΈ
η κόρη σου η Ελένη.



2. 18/9/2012
ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΝΙΩΤΗ (Ελένη)


Μάνα μου το ταξίδι σου εμπόδιο μην έχει
γιατί δεν είναι δίπλα σου κανείς να σε προσέχει.

Τόσα κοπέλια ήρθανε μάνα το καλοκαίρι 
μα εδιάλεξες εγγόνι σου να σου κρατά το χέρι.

Τη σκέψη μου κάνω πουλί στον ουρανό να ανέβει 
και περιμένω να τσι αυτό που σου συνέβη.

Τη σκέψη μου κάνω πουλί μάνα να σε προλάβει
κι όπου περνάς στον δρόμο σου ένα κερί να ανάβει.

Οσες φορές εφώναξα μάνα μου το όνομα σου
τόσοι Αγίοι πάντοτε να βρίσκονται κοντά σου.

Μάνα καλά το κάτεχες πως σου'χα αδυναμία
και ότι δεν σε σύγκρινα στον κόσμο με καμμία.

Έχασα τον πατέρα μου μα πόμεινες οπίσω
μα εδά δεν έμεινε κανείς μιά χάρη να ζητήσω.

Το σπίτι μου το πατρικό δεν είναι όπως πρώτα
γιατί εμεταφέρθηκε στου Αί-Γιωργιού την πόρτα.

Στην πόρτα του Αί-Γιωργιού θάχω από εδώ και πέρα
να κείτονται στη μαύρη γη και μάνα και πατέρα.

Στην πόρτα του Αί-Γιωργιού μες στο νεκροταφείο
η μάνα και ο πατέρας μου κείτονται εκεί και οι δύο.

πέρασε εκείνος ο καιρός πούχα και εγώ ένα θάρρος
γιατί δεν με φωτίζει μπλιό τσι μάνας μου ο φάρος.

Αν έχει ο Άδης γειτονιές μάνα και αποσπερίδες
γύρισε πίσω μιά βραδιά και να μου πεις τι είδες.

Πάρε και τον πατέρα μου μάνα μου απο τη χέρα
σας περιμένω μια βραδιά να κάνουμε βεγγέρα.

Εσύ σαι απού μου΄λεγες μάνα μου μην τα χάσω
γιάντα άφησες ετσά καημό και μπόρα να περάσω.

Όπου και αν είμαι η σκέψη μου σαν την τρελή πλανάται
μα σαν γυρίσει λέει μου η μάνα σου κοιμάται.

Θεέ μου και γιάντα σε έπηρε ετσά βαθειά ο ύπνος
και γιάντα εσταμάτησε μες στην καρδιά σου ο χτύπος.

Θυμούμαι εκείνη τη βραδυά που ήμουνα κοντά σου
και μούλεγες νάσαι καλά εσύ και τα παιδιά σου.

Σε χάιδεψα με χάιδεψες σε φίλησα στο στόμα
και νοιώθω την ανάσα σου στο μάγουλο μου ακόμα.

Το ένοιωσα και το ένοιωσες πως ήτανε μοιραία
να ξημερώσουμε μαζί μιά νύχτα τελευταία.

Ήθελα τόσα νάχα πει που έχω στην καρδιά μου
μα η ευχή που μου'δωσες είναι παρηγοριά μου.

Και άλλη μιά παρηγοριά και θέλω να το ξέρεις
είναι ότι επόθανες χωρίς να υποφέρεις.

Είναι ο πόνος μου βαρυς μα θέλω να τον νοιώσω 
στη μάνα που αγάπησα τιμή να αποδώσω.

Την κάθε ώρα που περνά ενα γιατί ρωτούσα
Θεέ μου γιατί μου έπηρες τη μάνα που αγαπούσα.

Εγω είχα αγάπη στην καρδιά να πάρει όση θέλει
όση δεν πήραινε ποτέ μια μάνα απο κοπέλι.

Χατήρια δεν σου χάλασα μα ήθελα και έκανατα
για σένα αγάπη ήτανε τα στήθια μου γεμάτα.

Απ'την καρδιά μου σου 'γραψα δυο λόγια πικραμένα
κι αν τα διαβάσεις στείλε μου απάντηση και μένα.

ΜΕ ΑΓΑΠΗ Η ΚΟΡΗ ΣΟΥ ΕΛΕΝΗ ΝΙΩΤΗ!!!



3. 20/9/2012
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗΣ ΝΙΩΤΗ!!!!

Μετρώ τσι ημέρες και είναι οχτώ και άλλες οχτώ οι νύχτες
απού δεν σούπα μάνα μου τα βράδυα καληνύχτες.

Σ΄ένα δεντρό με έξι κλαδιά είχα και εγώ ανθίσει
μα οι ρίζες του κοπήκανε προτού ο ήλιος δύσει.

Κοπήκανε οι ρίζες μου και τα κλαδιά λυγίζουν
γιατί εμπήκανε στη γη αυτοί που τα στηρίζουν.

Έξι κοπέλια στη ζωή μιά μάνα μεγαλώνει
και είναι βαρύ και άδικο να ξεψυχάει μόνη.

Άλλη μιά νύχτα πέρασα χωρίς το όνειρο σου
και ψάχνω γύρω μου να βρω ότι ήτανε δικό σου.

Ήθελα και να κάτεχα πως το βαστά η καρδιά σου
και δεν ρωτάς να μάθεις μπλιό νέα από τα παιδιά σου.

Κλείνω τα μάτια σε θωρρώ μα σαν τα ανοίγω πάλι
μου κουζουλαίνει το μυαλό του θάνατου σου η ζάλη.

Κλείνω τα μάτια σε θωρρώ γι΄αυτό και δεν τα ανοίγω
και σαν κοπέλι σου ζητώ μείνε ακόμα λίγο.

Τι σούκανα και μούδωσες ετσά καημό να πάρω
και άνοιξες την πόρτα σου να υποδεχτείς τον χάρο.

Εσένα δεν σε γέννησε Χάρε καμμία μάννα
και δεν πονάς όταν χτυπάς νεκρίκια την καμπάνα.

Κάνε του Χάρου δυό πλεχτά να τονέ ντολαντίσεις
και πάνω στο ντολάτισμα οπίσω να γυρίσεις.

Κάνε του Χάρου δυό πλεχτά και ζήτα του μιά χάρη
άφησε την Ελένη μου να΄ρθει και να με πάρει.

Πλέξε του χάρου δυό πλεχτά που ήσουνα χρυσοχέρα
και να γυρίσεις ζήτα του μαζί με τον πατέρα.

Νάχε ο Άδης γυρισμό οπίσω να γιαγιέρνει
να ΄ρχόσουνα να μου΄λεγες εγύρισα Ελένη.

Θεέ μου και τι δεν θάδινα να γύριζες οπίσω
και αν σ΄αγαπούσα μιά φορά χίλιες να σ΄αγαπήσω.

Έφυγες δίχως να μου πεις το γειά το τελευταίο
και αναρωτιέμαι μέσα μου που άραγε να φταίω.

Δεν το πιστεύω μάνα μου πως έχεις μπλιό πεθάνει
και λέω μες στο κλάμα μου ένα ταξίδι κάνει.

Ψάχνω να μάθω νέα σου αλλά δεν βρίσκω τρόπο
ετσά ΄χει κάνει ο Θεός τη μοίρα των ανθρώπω.

Θεέ μου και γιάντα τσι ζωής το καταλείς το νήμα
που οι ανθρώποι όνειρα κάνουνε και είναι κρίμα.

Καλό ταξίδι μάνα μου και η Παναγιά μαζί σου
και φύτευε βασιλικούς στσι αυλές του Παραδείσου.

Στου Παραδείσου την αυλή μάνα να ξαποστάσεις
γιατί η ζωή σου έγραψε φουρτούνες να περάσεις.

Μάνα πολλά στερήθηκες μα δεν κατέχω πάλι
αν τα κρατάει ο θεός για την ζωή την άλλη.

Το σώμα λοιώνει μα η ψυχή παίρνει φτερά του ανέμου
μιά χάρη μόνο σου ζητώ στείλε τη πίσω Θεέ μου.

Θεέ μου γιάντα την πότισες του θάνατου ποτήρι
κοντώ δεν είδες στη ζωή πόσα δεν είχε σύρει.

Στην κάτω μπάντα του χωριού είχα και εγώ μιά μάνα
μα ένα πρωί τσι χτύπησε ο Χάρος την καμπάνα.

Ήθελα και να κάτεχα που πήγες μοναχή σου
κοιμήθηκες και ανέβηκε στον ουρανό η ψυχή σου.

Σ'ένα φεγγάρι κρητικό παραγγελιά έχω δώσει
στον ουρανό που ανέβηκες να'ρθει να σ'ανταμώσει.

Σ' ένα φεγγαρι κρητικό παραγγελιές αφήνω
και αν δεν σε βλέπω λέει μου πως σε θωρεί εκείνο.

Εγώ 'χα στα Καστελλιανά μιά μάνα αγαπημένη
μα στου Αί-Γιώργη την αυλή εδιάλεξε και μένει.

Στην μνήμη της μάνας μου με αγάπη η κόρη σου η Ελένη.




4. 24/9/2012
ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗΣ ΝΙΩΤΗ!!!!!

Άρχισε ο νους μου μάνα μου και ανοίγει το κουβάρι
στολίσου γιατί έρχεται η σκέψη να σε πάρει.

Και απόψε μουσαφίρισσα στου νου μου το μπαλκόνι
ήσουνα μα εκοιμόσουνα σε νεκρικό σεντόνι.

Δεν σε θωρρώ μα η σκέψη μου ποτέ δεν ξεμακραίνει
κάθε στιγμή στον τάφο σου μάνα μου κατεβαίνει.

Δεν σου μιλώ δεν μου μιλείς μα είχαμε αγάπη τόση
που δεν μπορεί ένας θάνατος να τηνέ τελειώσει.

Όλοι μου λένε γιάντα κλαίς μα μόνο εγώ κατέχω
πως είναι ανεπανάληπτη η αγάπη που σου έχω.

Είναι στιγμές που ξεγελώ και εγώ τον εαυτό μου
λέω του δεν επόθανες μάνα μου σε καλό μου.

Χριστέ μου να γιαγέρνανε τα χρόνια πάλι οπίσω
να κράταγα το χέρι σου να ξαναπερπατήσω.

Να προχωρήσουμε μαζί τους ίδιους δρόμους πάλι
ήτανε η φτώχεια μας πολλή μα κι η αγάπη μας μεγάλη.

Στη φτώχεια έμαθες να ζεις και έδινες πάντα αξία
σε πράγματα που έχουνε υπόσταση και ουσία.

Σε κάθε βήμα μου μπροστά σε κάθε σκέψη πίσω
έχω τσι μάνας την ευχή και έτσι θα προχωρήσω.

Έχω τσι μάνας την ευχή χίλιες φορές παρμένη
γι'αυτό και νοιώθω πλούσια και όχι αδικημένη.

Χίλια γιατί μες στο μυαλό και απάντηση καμμία
και πως να βγω νικήτρια σε αυτή την τρικυμία.

Χίλια γιατί και απάντηση κανένας δεν μου δίνει
γιαντα σκορπίζει ο Θεός σε ανθρώπους την οδύνη.

Θεέ μου μιά ερώτηση μονάχα θα σου κάνω
ίντα τσι θέλεις τσι ψυχές και τις κρατάς απάνω.

Το σώμα λοιώνει μα η ψυχή κάπου αλλού ανήκει
και ο Θεός σε ήθελε κοντά του Ανδρονίκη.

Θεέ μου και τι δεν θα 'δινα τον χρόνο να γυρίσω
την τελευταία σου στιγμή τα μάτια να σου κλείσω.

Αν είχε ο χρόνος γυρισμό κοντά σου να με φέρει
την τελευταία σου στιγμή να σου κρατώ το χέρι.

Σε μιά ζωή προσωρινή έκανες την στραθιά σου
και έφυγες και ούτε ένα γειά δεν είπες στα παιδιά σου.

Είχα μιά μάνα στη ζωή στήριγμα και κολώνα
μα έφυγε και φαίνεται θα 'χω βαρύ χειμώνα.

Είχα μιά μάνα που ήτανε βράχος και ηρωίδα
μα πάνε μέρες που έφυγε και δεν την ξαναείδα.

Πολλές φορές η σκέψη μου γυρίζει όπως πρώτα
και πάει στα Καστελλιανά μα είναι κλειστή η πόρτα.

Μάνα μου έλα μιά βραδυά και εγώ 'χω τα κλειδιά σου
γύρνα στο σπίτι να 'ρχονται να βλέπεις τα παιδιά σου.

Στην κορυφή του ονείρου μου κάθε βραδυά ανιμένω
πρόβαλε μάνα να σε δω γιατί σε περιμένω.

Έλα μιά νύχτα στο όνειρο μάνα να σε χορτάσω
γιά δεν αντέχω άλλη βραδυά χώρια σου να περάσω.

Δεν ζωντανεύουν οι νεκροί οπίσω δεν γυρνάνε
φαίνεται είναι πιό καλά στα μέρη απού πάνε.

Δεν ζωντανεύουν οι νεκροί και δεν γυρνούν οπίσω
μα άλλο τρόπο εγώ θα βρω μάνα να σε τιμήσω.

Όπου και αν είμαι όμορφες θα γράφω μαντινάδες
για σένα μα και ολόκληρου του κόσμου τσι μανάδες.

ΜΕ ΑΓΑΠΗ Η ΚΟΡΗ ΣΟΥ ΕΛΕΝΗ ΝΙΩΤΗ!!!


5. 25/10/2012
ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗΣ ΝΙΩΤΗ

Σαράντα μέρες πέρασαν που δεν σε ξαναείδα
και απ΄την ζωή μου έφυγε μια μάνα ηρωίδα.

Σαράντα μέρες πέρασαν και ζω με παραισθήσεις
πιστεύω μάνα πως θα βρεις τον δρόμο να γυρίσεις.

Αν είχε ο Άδης γυρισμό θα είχες γυρίσει τώρα
γιατί εσύ δεν έκανες χώρια μου μία ώρα.

Όσο περνάει ο καιρός τσι ελπίδες μου τσι χάνω
και ο νους μου εγίνηκε πουλί στον ουρανό απάνω.

Σε αναζητώ σ΄ένα φιλί και μία καλημέρα
και λέω σου κάθε στιγμή κράτα με από τη χέρα.

Όπου και αν είσαι μάνα μου ο νους μου θα σε βρίσκει
για να με δροσερεύουνε τσι αγάπης σου οι ίσκιοι.

Σύννεφο γίνε και βροχή μπόρα και καταιγίδα
και όταν αστράφτει να θαρρώ μάνα μου πως σε είδα.

Όταν κοιτώ στον ουρανό θαρρώ πως είσαι απάνω
και με τα χέρια μου τα δυό μάνα σινιάλο κάνω.

Ο χρόνος σβύνει τα μικρά μα όχι τα μεγάλα
και δεν ξεχνώ πως βύζαξα του μπέτι σου το γάλα.

Μάνα εσύ μου έδωσες απ΄το κορμί σου σάρκα
και ταξιδεύω στη ζωή με τη δική σου βάρκα.

Μες στο ταξίδι της ζωής ήσουν εσύ πυξίδα
και αν έχει ο κόσμος ομορφιές απάνω σου τις είδα.

Το όνομα σου με χρυσά γράμματα το χαράζω
μέσα στης σκέψης το χαρτί συχνά να το διαβάζω.

Ένα κουβάρι ο λογισμός είναι και ξετυλίγει
και οι αναμνήσεις στο μυαλό παρηγοριά μου λίγη.

Γυρίζει πίσω στο χωριό κάθε μικρό σοκάκι
και απέ γυρνά και κάθεται στου Νιώτη το κονάκι.

Δυό υπερήφανοι γονείς με έχουν μεγαλωμένη
γι΄αυτό θα ζω περήφανα όση ζωή μου μένει.

Έχω περήφανη καρδιά και όλοι κατένε ότι
είναι βαριά κληρονομιά ενός Μανώλη Νιώτη.

Μία βαριά κληρονομιά νοιώθω πως μου ανήκει
γιατί είχα μάνα στη ζωή μια Νιώτη Ανδρονίκη.

Ο δρόμος σας και ο δρόμος μου προσωρινά χωρίζει
δεν το διαλέξαμε εμείς άλλος το αποφασίζει.

Ο θάνατος μας χώρισε προσωρινά μα όμως
κάποια στιγμή θα ενωθεί πάλι ο δικός μας δρόμος.

Ο θάνατος μας χώρισε και αυτός θα μας ενώσει
σε μια αγάπη δυνατή συνέχεια θα δώσει.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσους παρευρεθήκανε στο μνημόσυνο της μάνας μας.
Ήταν πολύ μεγάλη τιμή και για εκείνη και για εμάς τα παιδιά της.
Και να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως τον Γιώργο τον Βατσάκη και για την φιλοξενία του
και για την φωτογραφία που μας έστειλε γιατί πραγματικά αντιπροσώπευε την μάνα μας
στο τελευταίο διάστημα της ζωής της και την επιλέξαμε για τον τάφο της.
Με αγάπη και σεβασμό στην μνήμη της Ανδρονίκης Νιώτη


Η κόρη σου η Ελένη.